Ασωτεύσαμε και εμείς, και επτωχεύσαμεν σφόδρα..

 

Τί θὰ πεῖ «Ἄσωτος»;

Αὐτός, ὁ ὁποῖος «σωσμό» δὲν ἔχει.

 

Ἔχει πάρει δρόμο «ἀσωτείας», δηλαδὴ δρόμο εὐδαιμονισμοῦ, γλεντιοῦ, διασκέδασης-διασκορπισμοῦ, σπατάλης..

 

Ξοδεύει καὶ ξοδεύεται καὶ δὲν θὰ τοῦ μείνει τίποτε στὸ τέλος..

 

 «διεσκόρπισε τὴν οὐσίαν αὐτοῦ ζῶν ἀσώτως»

 

Ἐ, αὐτὸ κάναμε 40 χρόνια τώρα..

Δια-σκεδάζαμε, σκορπίζαμε ἀσυλόγιστα. Σπαταλούσαμε..

 

Ἆραγε, τώρα, ἔστω τελευταία στιγμή, θα συνέλθουμε;

Θὰ ἀναλογισθούμε ὅτι τώρα στερούμαστε καὶ δυστυχοῦμε,

ἐνῶ, πρίν, κοντὰ στὸν Ἐπουράνιο Πατέρα μας, καὶ στὴν πολυτίμητη παραδοσιακὴ ζωὴ τῶν πατέρων μας,

«περισσεύαμε» ἀπὸ γλυκὸ ψωμί καὶ πληρότητα ψυχῆς καὶ ἀληθινὴ εὐτυχία..

 

 «πόσοι μίσθιοι τοῦ πατρός μου περισσεύουσιν ἄρτων».. Δεν εἶναι ἕνας καὶ δυό. Τόσοι, ἀμέτρητοι, ἁπλοῖ φτωχοὶ ὑπηρέτες, τὰ ἔχουν ὅλα, τὰ ἀναγκαῖα, καὶ τοὺς περισσεύουν.. Κι᾿ ἐγώ, ὁ ἐξυπνάκιας, ποὺ πῆγα μὲ τὸν τσαμπουκᾶ καὶ τοὺς μοντέρνους τρόπους, τώρα βρίσκομαι ξεπεσμένος καὶ λιμοκτονῶ..