Τελώνου και Φαρισαίου

 

Ὁ Φα­ρι­σαῖ­ος στα­θεὶς πρὸς ἑ­αυ­τὸν ταῦ­τα προ­σηύ­χε­το·

Ὁ Θε­ός, εὐ­χα­ρι­στῶ σοι, ὅ­τι οὐκ εἰ­μὶ ὥ­σπερ οἱ λοι­ποὶ τῶν ἀν­θρώ­πων.

Αυτές οι λέξεις θα μπορούσαν να είναι σωστές και θεάρεστες!..

Με πολύ λίγες αλλά βασικές διορθώσεις.

Και ας ξεκινήσουμε από το «οὐκ εἰ­μὶ ὥ­σπερ οἱ λοι­ποὶ τῶν ἀν­θρώ­πων».

Το συναντούμε ίδιο ακριβώς στον Απ.Παύλο: «περί των κεκοιμημένων, μη λυπείσθε καθώς και οι λοιποί» οι μη έχοντες ελπίδα. (Α' Θεσσ.δ'13)

Εσείς είσθε κάτι ξεχωριστό!. Είσθε «κλητοί Θεού»!! «κλητοί άγιοι» !!  (Ρωμ.α'6)

Αλλίμονο, αν οι πιστοί επιλέξουμε να ..μην ξεχωρίζουμε, αλλίμονο, αν «συσχηματιζόμαστε» με τρόπους, συμπεριφορές και ιδέες «του κόσμου τούτου» (Ρωμ.ιβ΄2)

Και, δυστυχώς, συχνά το κάνουμε.. Ντρεπόμαστε να ξεχωρίζουμε ως τέκνα της Εκκλησίας και γινόμαστε «ώσπερ οι λοιποί των ανθρώπων»..

Θυμηθείτε και πώς «μαλώνει» ο Απ.Παύλος κάποιους εκτρεπόμενους Κορινθίους: «ουχί σαρκικοί εστε και κατά άνθρωπον περιπατείτε»;; (Α'Κορ.γ'3) «κατά Αγγέλους και τέκνα Θεού εκλελεγμένα» οφείλετε να περιπατείτε.. 

Άρα, εδικαιούτο ο Φαρισαίος να αισθάνεται ξεχωριστός, αλλά πώς;; 

1.  Όχι από δικό του κατόρθωμα, αλλά από θείο έλεος και χάρισμα.

«Σ'ευχαριστώ, Πανάγαθε και Ελεήμων Κύριε, που μου γνώρισες το Νόμο σου, που με έβαλες να ασχολούμαι, να μελετώ, να εμβαθύνω σ'αυτόν.. που μου ανέθεσες να μεταδίδω αυτόν τον τίμιο λόγο σου στους αδελφούς μου.. Τί μεγάλο δώρο, τί μεγάλη συγκατάβασή σου σε μένα τον ασήμαντο δούλο σου. Και σου δέομαι, αξίωσέ με να ανταποκρίνομαι με υπευθυνότητα και ακρίβεια. Στήριζές με στο να μην σκανδαλίσω και βλάψω κανέναν σύνδουλό μου.. τον εκλεκτό λαό σου με φόβο και συναίσθηση ευθύνης να υπηρετήσω»..


2.  Να μην τοποθετεί το θέμα στην έννοια προσωπικής ποιότητος, προσωπικών κατορθωμάτων αρετής και συνάμα απαξίας των άλλων.

«Θεέ και Κύριέ μου, Χάριτί σου ειμί ό ειμί». (Α'Κορ.ιε'10) Και τρέμει το φυλλοκάρδι μου, μην εκπέσω, μην σε λυπήσω, μην σε παροργίσω, μην καταδικασθώ. Προστάτευσέ με με την παντοδύναμη δεξιά σου στον δρόμο σου. Γύρω μου, συνάνθρωποί μου, άλλοι πέφτουν και άλλοι σηκώνονται. Κι'εγώ που φαντάζομαι ότι στέκω καλά, ψάχνομαι συνέχεια μήπως με υποκλέψει ο εχθρός με κάποια πλεκτάνη του ή με κάποια κρυφή μου αδυναμία. Ο δοκών εστάναι, βλεπέτω μη πέσει, φωνάζει ο Απόστολός σου.  (Α'Κορ. ι'12)  Και αναζητώ συνεχώς κάποιον αδελφό, κάποιον γέροντα να μου υποδείξει, να με ασφαλίσει, να με ξυπνήσει σε μια επικίνδυνη ώρα.. Ελέησέ με, Δέσποτα Κύριε, Ελεήμων, μέχρι τέλους μη με εγκαταλείπεις. Και σώσον με εν τη Βασιλεία σου. Μαζί με όλους τους συνανθρώπους μου».

 



Τέλος να σημειώσουμε το «στα­θεὶς πρὸς ἑ­αυ­τὸν»

Ο Φαρισαίος δεν στάθηκε «προς τον Θεόν», τον Δωρεοδότη και Ζωοδότη.

Έλεγε ο Ψαλμωδός: «Σοί είπεν η καρδία μου· Κύριον ζητήσω. Εξεζήτησέ σε το πρόσωπόν μου· το πρόσωπόν σου, Κύριε, ζητήσω». (Ψαλμ.26, 8)

Ο Φαρισαίος όμως ούτε από μακρυά δεν πλησίασε σ'αυτό.

Δεν αισθάνθηκε κάν ότι Τον είχε ανάγκη!.. Ότι υπήρχε Εκείνος, ο Πλαστουργός..

Με τον εαυτό του μιλούσε.. Τον εαυτό του ευχαριστούσε!!

Ενώ ο τελώνης αναζητούσε τον Παντοκράτορα. Με ταπείνωση, εξάρτηση, συναίσθηση, συντριβή.

Διδαχθώμεν. Δεηθώμεν..